Είναι η μοναδική βιταμίνη που συντίθεται με τη βοήθεια του ήλιου. Για αυτό και ονομάζεται “η βιταμίνη του ήλιου”. Παρότι όμως ζούμε σε μια ηλιόλουστη χώρα, η επάρκειά μας σε αυτή δεν είναι αυτονόητη.
Η βιταμίνη D είναι μια στεροειδής ορμόνη που διαφέρει από τις άλλες βιταμίνες γιατί ενώ αποτελεί διατροφικό μικροθρεπτικό συστατικό και τη λαμβάνουμε από συγκεκριμένα τρόφιμα, ταυτόχρονα μπορεί να συντίθεται και ενδογενώς στο ανθρώπινο δέρμα ύστερα από έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία.
Οι κύριες λειτουργίες της βιταμίνης D είναι η ρύθμιση του μεταβολισμού του ασβεστίου, του φωσφόρου, άρα είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της υγείας των οστών. Έως πρόσφατα υπήρχε η πεποίθηση ότι η βιταμίνη D εμπλεκόταν μόνο στο μεταβολισμό των οστών. Όμως, νεότερα δεδομένα δείχνουν ότι συμμετέχει και σε άλλες λειτουργίες του οργανισμού όπως, η έκκριση ινσουλίνης, ο πολλαπλασιασμός των κυττάρων και η διαφοροποίηση τους, η ρύθμισή του ανοσοποιητικού. Έτσι, λοιπόν, η επάρκεια βιταμίνης D μειώνει το κίνδυνο για οστεοπόρωση και άλλα χρόνια νοσήματα όπως τα αυτοάνοσα, τον καρκίνο, τα καρδιαγγειακά, το σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
Τα φυσιολογικά επίπεδα
Τα επίπεδα βιταμίνης D μπορούν να μετρηθούν με αιματολογική εξέταση. Η καλύτερη μέθοδος εκτίμησης είναι μετρώντας τη συγκέντρωση της 25(ΟΗ)D στο πλάσμα.
Επάρκεια | ≥ 30 ng/ml |
Ανεπάρκεια | 21-29 ng/ml |
Έλλειψη | ≤ 20 ng/ml |
Όταν υπάρχει έλλειψη
Η έλλειψη βιταμίνης D μπορεί να έχει διάφορες συνέπειες στην υγεία. Μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση ραχίτιδας στα παιδιά και μακροπρόθεσμα σε οστεομαλακία και οστεοπόρωση στους ενήλικες, την εμφάνιση παιδικού άσθματος, αυξάνει το καρδιαγγειακό κίνδυνο και το κίνδυνο για αυτοάνοσες διαταραχές. Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα έλλειψης βιταμίνης D είναι η μυϊκή αδυναμία, πόνο στα οστά και κόπωση. Ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει και στη συσχέτιση της βιταμίνης D με την παχυσαρκία. Είναι πλέον γνωστό ότι η παχυσαρκία αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα που αυξάνει τον κίνδυνο έλλειψης της. Δεδομένα από μελέτες δείχνουν ότι αυτή η αντίστροφη σχέση μεταξύ αυξημένου σωματικού λίπους και χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D οφείλεται στην απομάκρυνση και την εναπόθεση της λιποδιαλυτής βιταμίνης εντός του άφθονου λιπώδους ιστού. Άλλα στοιχεία δείχνουν ότι λόγω της λεπτίνης που παράγεται στο λιπώδη ιστό ενεργοποιείται ένα ορμονικό μονοπάτι που παρεμποδίζει την νεφρική σύνθεση της βιταμίνης D3. Επιπλέον, φαίνεται ότι τα παχύσαρκα άτομα αποφεύγουν περισσότερο την έκθεση στον ήλιο. Έτσι, λοιπόν, τα άτομα με υπερβάλλον σωματικό βάρος είναι αναγκαίο να δείξουν ευαισθησία ως προς τον έλεγχο της βιταμίνης D.
Εγκυμοσύνη και θηλασμός
Όσον αφορά την έλλειψη βιταμίνης D κατά τη διάρκεια της κύησης μελέτες την έχουν συσχετίσει με αυξημένο κίνδυνο για:
- Προεκλαμψία
- Χαμηλό βάρος νεογνού
- Διαβήτης κύησης
- Πρόωρο τοκετό
- Εμφάνιση άσθματος στο βρέφος
Για το μητρικό γάλα είναι γνωστό ότι μια μικρή ποσότητα βιταμίνης D μεταφέρεται σε αυτό, αντιπροσωπεύοντας μόνο το 1,5-3% των επιπέδων της μητέρας. Αυτή η ποσότητα δεν είναι αρκετή για να διατηρήσει ένα βέλτιστο επίπεδο στο βρέφος αν η έκθεση του στον ήλιο είναι περιορισμένη. Συνεπάγεται ,λοιπόν, πως αν η μητέρα που θηλάζει παρουσιάζει έλλειψη βιταμίνης D είναι πιθανό να εμφανίσει και το βρέφος, γεγονός το οποίο έχει βρεθεί και σε πολλές έρευνες.
Και στην Ελλάδα υπάρχει έλλειψη
Η έλλειψη βιταμίνης D είναι ένα αρκετά έντονο φαινόμενο, το οποίο παρατηρείται και στην Ελλάδα, παρόλο που αποτελεί μια ηλιόλουστη χώρα. Επιδημιολογικές έρευνες σε διάφορες χώρες (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας) δείχνουν ότι το ποσοστό της έλλειψης στο γενικό πληθυσμό, αλλά και στις εγκυμονούσες είναι πολύ υψηλό. Για την Ελλάδα νεότερα δεδομένα δείχνουν ότι περίπου 7 στους 10 Έλληνες έχουν έλλειψη βιταμίνης D (δεδομένα που παρουσιάστηκαν στο 45ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ενδοκρινολογίας, Μεταβολισμού και Σακχαρώδους Διαβήτη).
Που θα τη βρούμε
Η κύρια πηγή βιταμίνης D είναι η ηλιακή ακτινοβολία. Είκοσι λεπτά για 3 με 4 φορές την εβδομάδα έκθεσης στον ήλιο (κυρίως τις μεσημεριανές ώρες) είναι αρκετά για να δημιουργηθεί η απαραίτητη ποσότητα βιταμίνης D. Βέβαια, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αλόγιστη έκθεση στον ήλιο αυξάνει το κίνδυνο για καρκίνο του δέρματος, για αυτό και η έκθεση την υπεριώδη ακτινοβολία οφείλεται να γίνεται πάντα με προσοχή. Όταν η έκθεση στον ήλιο είναι μειωμένη (χειμερινοί μήνες, δραστηριότητες σε εσωτερικούς χώρους) είναι απαραίτητη η πρόσληψη βιταμίνης D μέσω της διατροφής. Οι κύριες διαιτητικές πηγές είναι:
- Λιπαρά ψάρια όπως σολομός, σαρδέλες, τόνος
- Κρόκος αυγού
- Μουρουνέλαιο
- Μανιτάρια
- Εμπλουτισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα
Τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε βιταμίνη D είναι λίγα, και για αυτό πολλές φορές η επίτευξη επάρκειας μέσω της διατροφής είναι δύσκολη. Για αυτό και είναι απαραίτητο, ιδιαίτερα για τις γυναίκες που διανύουν τη περίοδο της κύησης ή του θηλασμού να ελέγχουν τα επίπεδα της με αιματολογικό έλεγχο.
Είναι απαραίτητα τα συμπληρώματα διατροφής;
Για το γενικό πληθυσμό ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά την έκθεση στον ήλιο, τη λήψη της από τη διατροφή και σε περίπτωση που υπάρξει ανεπάρκεια συνιστά τη χορήγηση συμπληρωμάτων. Όσον αφορά τις εγκυμονούσες ,έως τώρα, δεν υπάρχουν σαφείς οδηγίες για τις συμπληρωματικές δόσεις που χρειάζεται να λαμβάνουν οι γυναίκες, όταν υπάρχει έλλειψη στην εγκυμοσύνη ή το θηλασμό. Γενικά, δεν έχουν αναφερθεί κίνδυνοι από τη συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D κατά τη διάρκεια της κύησης, ακόμα και με συμπληρώματα μεγαλύτερων δόσεων. Σε μια ανασκόπηση κλινικών δοκιμών βρέθηκε ότι η συμπληρωματική χορήγηση 2.000-4.000 IU κατά την εγκυμοσύνη βελτιώνει τα επίπεδα βιταμίνης D στις μητέρες και τα νεογνά. Ακόμα, τα αποτελέσματα άλλων ερευνών δείχνουν ότι μόνο οι θηλάζουσες μητέρες που είχαν πάρει συμπληρώματα (4000-6000 IU) βιταμίνης D μπορούσαν με το μητρικό τους γάλα να καλύψουν τις ανάγκες του βρέφους. Επειδή, λοιπόν, πολλές μητέρες δεν έχουν επίγνωση της ανάγκης για συμπληρώματα βιταμίνης D, είναι απαραίτητο να καταφεύγουν σε έλεγχο και ανάλογα με την έλλειψη να λαμβάνουν συμπλήρωμα σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού.
Έτσι, είναι απόλυτα αναγκαίο για τις εγκυμονούσες, τις θηλάζουσες και τα βρέφη που βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο για υποβιταμίνωση D να υπάρξει ευαισθητοποίηση και συντονισμένη προσπάθεια από την ιατρική κοινότητα για καθημερινή ενίσχυση των ποσοτήτων βιταμίνης D που λαμβάνουν ώστε να επιτευχθεί η επάρκεια. Οι μέλλουσες μητέρες είναι απαραίτητο να “εκπαιδευτούν” σχετικά με την ανάγκη πρόσληψης βιταμίνης D και να κατανοήσουν ότι είναι ασφαλές να λαμβάνουν συμπληρώματα, όταν είναι απαραίτητο, για τον εαυτό τους ή το μωρό τους.
Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Vita Τεύχος 15, Ιανουάριος 2019.